Ποίημα της Εύας Πετρόπουλου Λιανού μεταφρασμένο στα Urdu από τον Shahid Abbas
ΣΟΦΙΑ ΤΑΝΑΚΙΔΟΥ " Ποιος φυλάει τους αγγέλους;" Μυθιστόρημα
Συγγραφέας: Σοφία Τανακίδου
Εκδόσεις ΔΕΡΕ
ISBN: 978-618-5687-01-4
Έτος κυκλοφορίας: Απρίλιος 2022
Εξώφυλλο: μαλακό
Μέγεθος: 21,5χ14
Σελίδες: 356
Τιμή: 15 ευρώ
ΗΛΙΑΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ "Η «κατάρα» της Εκάβης και η " ύβρις" του Πούτιν"
Καταραμένοι να είσθε Αχαιοί
να σφάζεσθε μεταξύ σας.
Η έχθρα ανάμεσά σας
να είναι παντοτινός σύντροφος.
Να χύνετε το αίμα σας
σε αδελφοκτόνους πολέμους.
Η διχόνοια να φωλιάζει
πάντα στις φλέβες σας.
Μονιασμένους ποτέ
να μην σάς βλέπει ο ήλιος.
Να έχετε την μοίρα του Σίσυφου.
Να μοχθείτε να ανεβείτε στην κορυφή
και μόλις ανεβείτε να γκρεμίζεσθε πάλι.
Να μοχθείτε ξανά και ξανά
και πάντα να είναι άπιαστο το όνειρό σας.
Μέχρι την συντέλεια του κόσμου
μέχρι τον αιώνα τον άπαντα»
Όσοι πιστεύουν στις κατάρες αποδίδουν την κακοδαιμονία των Ελλήνων στην κατάρα της Εκάβης. Η γυναίκα του Πριάμου, του Έκτορα, πολλών παιδιών της και του εγγονού της, του Αστυάνακτα απευθύνει με οργή την παραπάνω κατάρα στους Έλληνες. Η κατάρα – η αρά για τους αρχαίους – ήταν μία συνήθης έκφραση επιθυμίας να πάθει κάποιος κάτι κακό. Πολλές φορές η κατάρα συνοδευόταν από την επίκληση κάποιας θεότητας.
Σύμφωνα με την θρησκεία μας η «πεπτωκυία φύσις» του ανθρώπου και η θνητότητά του ήταν η κληρονομιά της «αράς» - κατάρας του θεού στους πρωτόπλαστους. Η φθορά και η θνητότητα του ανθρώπου αποτυπώθηκε με το παροιμιώδες «χους ει και εις χουν απελεύσει» και το «εν ιδρώτι του προσώπου του φαγή τον άρτον σου, έως τον αποστρέψαι σε εις γην, εξ ης ελήφθης». Η θεϊκή κατάρα συμπληρώθηκε με το «επικατάρατος η γη εν τοις έργοις σου».
Βέβαια η θρησκεία μας απορρίπτει την κατάρα ως έκφραση οργής του υποκειμένου και διδάσκει την κατανόηση και την συγχώρεση. Αλλά και η επιστήμη και η ιστορική εμπειρία μάς διδάσκουν πως την ατομική ζωή και την συλλογική – εθνική πορεία δεν την διαμορφώνουν οι κατάρες των αντιπάλων μας, αλλά ο ίδιος ο άνθρωπος, οι λαοί και τα έθνη με τη δράση και την συμπεριφορά τους.
Ο θυμός και οι «κατάρες» των Ουκρανών
Διαβάζοντας με προσοχή την κατάρα της Εκάβης και βλέποντας στην τηλεόραση και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τη διαμαρτυρία των βομβαρδισμένων Ουκρανών εναντίον των Ρώσων κατακτητών εύκολα ανιχνεύουμε τις αναλογίες. Ίσως είναι από τα σπάνια φαινόμενα σε καιρό πολέμου οι «νικητές» εισβολής να δέχονται την διαμαρτυρία και τις ύβρεις των νικημένων. Πολλές φορές οι ύβρεις – αν οι κάμερες και η μετάφραση είναι ακριβείς – παίρνουν την μορφή «κατάρας» των ντόπιων Ουκρανών εναντίον των Ρώσων στρατιωτών.
Ποιος θα μπορούσε να κατηγορήσει τους πληγέντες Ουκρανούς για υπερβολικές εκφράσεις ή για ανάρμοστες λέξεις όταν η ζωή τους καταστρέφεται μαζί με τα σπίτια και την πόλη τους; Οι Ρώσοι, όπως και οι Έλληνες στην Τροία, καταστρέφουν πολλές πόλεις και σκορπούν το φόβο σε όσους έμειναν σε αυτές αλλά και στα εκατομμύρια πρόσφυγες. Ο πονεμένος, ο φοβισμένος και ο αδικημένος δεν γνωρίζει όρια και φραγμούς στην εκδήλωση της οργής του απέναντι σε εκείνον που τον αδικεί κατάφωρα.
Εξάλλου ο ίδιος ο Μπάϊντεν χαρακτήρισε με ήκιστα κολακευτικά και διπλωματικά επίθετα τον Ρώσο ηγέτη, του τύπου: Τύραννος, εγκληματίας πολέμου, παρανοϊκός… Όταν ο πόλεμος εξαρθρώνει την ανθρώπινη ιδιότητα, ευτελίζει και μηδενίζει την ανθρωπιά τόσο των επιτιθέμενων όσο και των αμυνόμενων, τότε εύκολα το θύμα μεταμορφώνεται σε ένα σκληρό κατήγορο. Από το θύμα της αγριότητας του πολέμου δεν ζητάς λεκτική ηθική και ευγένεια. Το μίσος περισσεύει και η οργή ξεχειλίζει και γι’ αυτό αναζητά και την ανάλογη λεκτική έκφραση – εξωτερίκευση.
Το ήθος των δυνατών
Ωστόσο η Εκάβη μέσα στην απελπισία της δεν καταριέται μόνο την «βαρβαρότητα» των Αχαιών – αφού έχασε πολλά συγγενικά πρόσωπα στον πόλεμο – αλλά προβαίνει σε εκτιμήσεις με διδακτικό περιεχόμενο για το ήθος και τη συμπεριφορά των ηγετών.
«Δεν πρέπει ν’ αφεντεύουν/ οι δυνατοί πέρα απ’ το δίκιο μήτε,/ σαν είναι ευτυχισμένοι, να νομίζουν/ πως θα κρατούν για πάντα οι καλές μέρες»
(«Εκάβη», Ευριπίδης)
Οι επισημάνσεις της χαροκαμένης Εκάβης έχουν διαχρονική ισχύ και αποτελούν μία ηθική και ιδεολογική παρακαταθήκη για τους ταγούς του κόσμου και ιδιαίτερα των μεγάλων χωρών. Κι αυτό γιατί μία χώρα κι ένας ηγέτης που φιλοδοξεί να ηγεμονεύσει θα πρέπει, εκτός από την στρατιωτική του δύναμη, να λαμβάνει υπόψη του και τα στοιχεία του δικαίου και της ηθικής. Όταν αυτά απουσιάζουν τότε η στρατιωτική τους κυριαρχία μένει ιστορικά αδικαίωτη και γεννά την παγκόσμια απαξίωση. Το «δίκαιο της πυγμής» δεν μπορεί να αποτελεί πάντα το μοναδικό κριτήριο των δυνατών στις αποφάσεις τους.
Οι πληρωμένοι χειροκροτητές των οργανωμένων συγκεντρώσεων και συναυλιών – τύπου Λουζνίκι της Μόσχας – δεν μπορούν με τίποτα να εξαγνίσουν τις ευθύνες του Ρώσου ηγέτη – και κάθε ηγέτη – για την αιτιολόγηση ή και δικαιολόγηση του πολέμου ως επιλογή. Τα συνθήματα και οι πληρωμένες επευφημίες των Ρώσων υπηκόων δεν μπορούν να αποκρύψουν την αλαζονεία και την ηθική αποβιταμίνωση του Πούτιν. Η Εκάβη πάντοτε αιχμηρή και διδακτική απευθυνόμενη στον Οδυσσέα τόνιζε:
«Αχάριστοι όλοι εσείς που αποζητάτε/ να σάς τιμά ο λαός στις ρητορείες»
(«Εκάβη», Ευριπίδης)
Ο παραλογισμός του πολέμου και η κάθαρση
Ο Ουκρανικός, λοιπόν, πόλεμος μάς υπενθυμίζει την σοφία των τραγικών μας που στα λόγια των ηρώων τους αποτύπωναν το ήθος της εξουσίας αλλά και το ευμετάβλητον της τύχης των ανθρώπων και ιδιαίτερα εκείνων που στη μέθη της δύναμής τους ξεχνούν κάποιες συμπαντικές αλήθειες, όπως:
«Άμυαλος είναι εκείνος που νομίζει/ πως η χαρά του πάντα θα κρατάει∙/ άστατος σαν τον άνθρωπο είναι οι τύχες,/ εδώ κι εκεί πηδώντας, και κανένας/ για πάντα δεν μένει ευτυχισμένος»(«Τρωάδες», Ευριπίδης)
Η Εκάβη ζητά τα λόγια των ηγετών να είναι συμβατά με τις πράξεις τους. Δεν επιτρέπεται οι ηγέτες των λαών να παραλλάζουν την πραγματικότητα και τις πράξεις τους με τις λέξεις:
«Δεν θα ‘πρεπε Αγαμέμνονα, τα λόγια/ να ‘χουν για τους ανθρώπους πιο μεγάλη/ δύναμη απ’ τα έργα…».(«Εκάβη», Ευριπίδης)
Ίσως, όμως, περισσότερο διδακτικός να είναι ο λόγος του Ευριπίδη, δια στόματος του Ποσειδώνα, ίσως – ίσως και προειδοποιητικός όταν προφητικά διαπιστώνει τον παραλογισμό των αυταρχικών ηγετών και τα εγκλήματα που διαπράττουν.
«Άμυαλος είναι όποιος κουρσεύει πόλεις∙/ ναούς και τάφους κι ιερά των πεθαμένων/ ρημάζει∙ θα χαθεί κι αυτός κατόπι».(«Τρωάδες», Ευριπίδης)
Η Μαριούπολη που έγινε από τους Ρώσους «νεκρούπολη» θα είναι το «άγος» της σύγχρονης Ρωσίας. Η κάθαρση θα επέλθει νομοτελειακά αφού σίγουρα μελλοντικά θα ενεργοποιηθεί το: Ύβρις – Τίσις.
*Χρήσιμα βιβλία:
1. «Εκάβη», Ευριπίδη
2. «Τρωάδες», Ευριπίδη
Από https://iliasgiannakopoulos.blogspot.com/
ΗΛΙΑΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ "Οι μεγάλες «διαψεύσεις» για την αποτροπή του Πολέμου"
«Δεν θέλεις να γίνεις αετός, Ανθρωπάκο και γι’ αυτό κατασπαράζεσαι από τα όρνια. Φοβάσαι τους αετούς, γι’ αυτό ζεις σε κοπάδια… Τα όρνια έγιναν οι Ηγέτες σου ενάντια στους αετούς, που ήθελαν να σε οδηγήσουν σε μακρινές καλύτερες χώρες… Κι ακόμη σε δίδαξαν να βροντοφωνάζεις, «Ζήτω το μεγάλο όρνιο»…Τώρα πεινάς και πεθαίνεις μαζικά… Ρωτάς ξανά και ξανά τις ίδιες ερωτήσεις: «Καινούργιος, πιο φριχτός πόλεμος ξέσπασε, ακριβώς μετά τον πόλεμο που θα έβαζε τέρμα σ’ όλους τους πολέμους. Τι πρέπει να κάνουμε;».(«Άκου Ανθρωπάκο!», Βίλχελμ Ράϊχ)
Κάπως έτσι απάντησε ο Βίλχελμ Ράϊχ το 1946 στον διαχρονικό «Ανθρωπάκο» που αναζητούσε τρόπους αποτροπής ενός νέου πολέμου, μετά την φρικτή εμπειρία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου (1940-44). Έκτοτε η ανθρωπότητα, αλλά και οι ειδικοί αναζητούν εκείνον τον τρόπο για να μην ξαναβιώσει τις συνέπειες ενός ακόμη πολέμου. Οι προτάσεις που διατυπώθηκαν φάνηκαν ή αποδείχτηκαν «επιεικώς»ατελέσφορες, αφού ο τελευταίος που ζούμε ακύρωσε τα πάντα. Έτσι το ερώτημα «ποιος φταίει» για τους πολέμους πλανάται πάντα εφιαλτικά, όπως και το παράλληλο «Τι μπορούμενα κάνουμε για να τον καταργήσουμε»ως ανθρώπινη «επινόηση»;
Ίσως στα παραπάνω ερωτήματα να ταιριάζει κάπως παραλλαγμένη η διαπίστωση του Μαρξ «Αξία δεν έχει να ερμηνεύσουμε τον πόλεμο, αλλά να τον καταργήσουμε». Ιστορικά δόθηκαν πολλές και πειστικές ερμηνείες για το βαθύτερο αίτιο του πολέμου, αλλά καμία θεραπεία αυτής της αιτίας δεν στάθηκε αποτελεσματική. Οπότε με μελαγχολία η ανθρωπότητα σκέπτεται αν η μοίρα της είναι ο «πόλεμος» ή η αιτιολόγησή του είναι λανθασμένη γι’ αυτό η «ίαση» και «κατάργησή» του είναι αδύνατη. Μία γρήγορη περιδιάβαση θα αναδείκνυε τις μεγάλες διαψεύσεις…
Οι μεγάλες διαψεύσεις
Ηρόδοτος – Θουκυδίδης
Στην ομάδα αυτή ανήκει και το δίδυμο των μεγάλων ιστορικών, του Ηροδότου και του Θουκυδίδη που θεώρησαν πως η ανθρώπινη «ανοησία» ή «παράνοια» συνιστούν την πρωτογενή αιτία του πολέμου: «Ουδείς γαρ ούτως ανόητος εστί όστις πολέμου προ ειρήνης αιρέεται» (Ηρόδοτος) // «Οις μεν αίρεσις γεγένηται τ’ άλλα ευτυχούσι, πολλή άνοια πολεμήσαι∙…»(Θουκυδίδης), (Είναι ανοησία να πολεμάς, αν υπάρχει η επιλογή και τα άλλα πάνε καλά). Τελικά αποδείχτηκε πως ο πόλεμος όχι μόνον δεν είναι τέκνον του ανθρώπινου παραλογισμού, αλλά προϊόν ενός ψυχρού ορθολογισμού και λογικών υπολογισμών.
Αϊνστάιν
Στο δίδυμο των μεγάλων διαψεύσεων εντάσσεται και ο Αϊνστάιν με τον Φρόϋντ, όταν σε επιστολές που αντάλλαξαν το 1932 για την αποτροπή του πολέμου, στάθηκαν προβληματισμένοι κι αμήχανοι στην διατύπωση μιας πειστικής και ακριβούς πρότασης αποφυγής – κατάργησης του πολέμου. Ειδικότερα ο Αϊνστάιν πρότεινε: «Καταλήγω έτσι στο πρώτο μου αξίωμα: η αναζήτηση της διεθνούς ασφάλειας προϋποθέτει ότι κάθε κράτος θα απαρνηθεί, μέσα σε ορισμένα όρια την ελευθερία δράσης τους, δηλαδή την κυριαρχία του». Αν με αυτήν την πρόταση το 1932 εννοούσε τον σημερινό Ο.Η.Ε., τότε θα ένιωθε μεγάλη απογοήτευση. Η δεύτερη πρότασή του συνιστά απάντηση σε μια αιτιολόγηση του πολέμου. Κι αυτό σημαίνει απλοϊκά: Λάθος γνωμάτευση ® λάθος θεραπεία.
Ειδικότερα ο Αϊνστάιν αιτιολογώντας τον πόλεμο τόνιζε: «Γιατί ο άνθρωπος έχει μέσα του την επιθυμία να μισεί και να καταστρέφει». Στην αιτία αυτή προτείνει ως «ίαση» την ψυχική ολοκλήρωση του ανθρώπου, που, ωστόσο, η πραγμάτωσή του ή είναι ανέφικτη ή άκρως αναποτελεσματική ως μέτρο κατάργησης του πολέμου. «Υπάρχει κάποια δυνατότητα να κατευ-θύνουμε την ψυχική εξέλιξη των ανθρώπων έτσι, ώστε να γίνουν ικανοί να αντιστέκονται στην ψύχωση του μίσους και της καταστροφής;».
Φρόϋντ
Σε τελευταία ανάλυση ο Αϊνστάιν θεωρεί πως πιο αρμόδιος για το θέμα είναι ο Φρόϋντ, που οι απαντήσεις του, ωστόσο, είναι θολές και αναποτελεσματικές. Κι αυτό γιατί θεωρεί πως το θέμα αυτό ανήκει περισσότερο στους πολιτικούς. Ειδικότερα προτείνει, όχι καθαρά βέβαια, την «αγάπη» και τους «συναισθηματικούς δεσμούς» ως ίαση. «Η ιδεώδης συνθήκη θα ήταν φυσικά μια ανθρώπινη κοινότητα που θα είχε υποτάξει τη ζωή των παθών της στη δικτατορία του λόγου… Αλλά κατά πάσα πιθανότητα αυτή είναι μια ουτοπική ελπίδα».
Ίσως η μόνη του – εφικτή – πρόταση είναι να αποδεχτούμε τον πόλεμο ως μία αναγκαιότητα κι ανάλογα να ρυθμίσουμε τις ζωές μας. Οποία απογοήτευση, όμως, από τον πατέρα της ψυχανάλυσης «Γιατί αγανακτούμε τόσο ενάντια στον πόλεμο, εσείς και εγώ και τόσοι άλλοι, γιατί δεν τον θεωρούμε σα μια από τις πολλές και θλιβερές συμφορές της ζωής;».
Η τελική του υπόμνηση – πρόταση συνιστά μία αποδοχή της πραγματικότητας της φύσης του ανθρώπου και της κοσμικής τάξης της ανθρωπότητας, «Όσο υπάρχουν αυτοκρατορίες και έθνη, που είναι έτοιμα να εξοντώσουν αλύπητα τα άλλα, αυτά τα άλλα οφείλουν να προετοιμάζονται για τον πόλεμο». Σε αυτήν την διαπίστωσή του το μόνο που αντιπροτείνει στην επιστολή του προς τον Αϊνστάιν είναι το: «Όλα όσα προωθούν την εξέλιξη του πολιτισμού εργάζονται και ενάντια στον πόλεμο».
Στο τέλος της επιστολής και ο ίδιος ομολογεί την απογοήτευσή του για τις προτάσεις του, όπως νιώθουμε και εμείς.
«Σας χαιρετώ εγκάρσια και σας ζητώ συγγνώμη αν οι παρατηρήσεις μου σας απογοήτευσαν»
Το χρέος μας
Επειδή, όμως, στην εποχή μας δεν μπορούμε να θυσιάσουμε στον Δία και στον εκηβόλο Απόλλωνα για να μάς απαλλάξει από τον πόλεμο, χρέος μας είναι να εστιάσουμε στις δικές μας ατομικές ευθύνες. Ευθύνες που σχετίζονται με τον τρόπο που σιωπηλά ή ηχηρά τροφοδοτούμε την επιθετικότητα των ηγετών μας στο όνομα κάποιων ακαθόριστων εθνικών συμφερόντων.
Κάποιοι ηγέτες εκμεταλλεύονται τον αγνό πατριωτισμό κάποιων πολιτών και σέρνουν τα έθνη σε πολέμους με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον της ανθρωπότητας, ξεχνώντας πως
«Ο πόλεμος δεν καθορίζει ποτέ ποιος θα έχει δίκιο∙ καθορίζει μόνο το ποιος θα επιζήσει»..(Ράσελ)
Πόση δύναμη, όμως, χρειάζεται να εναντιωθείς στις πλάνες των συμπατριωτών σου και στην προπαγάνδα των ηγετών σου; Πόση αντοχή χρειάζεται για να δεχτείς την μομφή του αντι-πατριώτη;
«Είναι σπουδαίο να αγαπάς τον τόπο σου, τον πολιτισμό, το κλίμα, την ιστορία του∙ αλλά είναι μεγαλύτερο δείγμα πατριωτισμού το να αντιπαρατίθεσαι στους δικούς σου όταν νομίζεις ότι έχουν άδικο».(Αμιντάϊ, Εβραίος ποιητής)
Πόσο μπορούμε να υπερβούμε τον «Ανθρωπάκο», που κρύβουμε μέσα μας και να γίνουμε «αετοί» και όχι προσκυνητές – λάτρεις της αρπακτικότητας του «Μεγάλου όρνιου» (Ράϊχ);
Αν όχι τότε δεν μένει τίποτα άλλο παρά να συνταχθούμε με την παρακάτω θλιβερή διαπίστωση του Φρόϋντ.
«Homo homini lupus»∙ ποιος έχει το θάρρος μετά από όλες τις εμπειρίες της ζωής και της ιστορίας να αμφισβητήσει αυτή τη φράση; Αν αναλογιστούμε τις φρικαλεότητες της μετανάστευσης των λαών, των εισβολών των Ούνων, των Μογγόλων, του Τζένγκις Χαν και του Ταμερλάνου… και ακόμη τις ωμότητες του τελευταίου παγκοσμίου πολέμου, θα αναγκαστούμε να υποκλιθούμε ταπεινά μπρος στην ορθότητα αυτής της άποψης», («Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας»).
Πόσο μπορούμε να υπερβούμε τον «Ανθρωπάκο», που κρύβουμε μέσα μας και να γίνουμε «αετοί» και όχι προσκυνητές – λάτρεις της αρπακτικότητας του «Μεγάλου όρνιου» (Ράϊχ);
«Homo homini lupus»∙ ποιος έχει το θάρρος μετά από όλες τις εμπειρίες της ζωής και της ιστορίας να αμφισβητήσει αυτή τη φράση; Αν αναλογιστούμε τις φρικαλεότητες της μετανάστευσης των λαών, των εισβολών των Ούνων, των Μογγόλων, του Τζένγκις Χαν και του Ταμερλάνου… και ακόμη τις ωμότητες του τελευταίου παγκοσμίου πολέμου, θα αναγκαστούμε να υποκλιθούμε ταπεινά μπρος στην ορθότητα αυτής της άποψης», («Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας»).